Η ιστορία της θαυματουργής Παναγίας Ατταλειώτισσας
Το παρακάτω ιστορικό της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας Ατταλειώτισσας, που συνέταξε ο κ. Στέφανος Τσερπάνης, δημοσιεύεται με ευκαιρία την μεταφορά και λιτάνευση της στο Νέο Ψυχικό, όπου θα τεθεί για προσκύνηση στον Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου.
Η μεταφορά της εικόνας, γίνεται με πρωτοβουλία του Μικρασιατικού Συλλόγου Ν. Ψυχικού «Αγ. Γεώργιος» Δήμου Φιλοθέης Ψυχικού, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή και στη μνήμη του αγίου ιερομάρτυρα Χρυσόστομου, Μητροπολίτου Σμύρνης και των Ελλήνων Μικρασιατών που φονεύτηκαν την περίοδο εκείνη.
Παρακάτω δημοσιεύεται και το πρόγραμμα των τελετών και των ιερών ακολουθιών που θα πραγματοποιηθούν στις 10 και 11 Σεπτεμβρίου 2022, από την υποδοχή και λιτάνευση της εικόνας μέχρι και την αναχώρηση της από το Ν. Ψυχικό.
Παναγία Ατταλειώτισσα ή και Παναγία της Ελεούσης Κύκκου της Ατταλείας
Η ιερή και θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Ατταλειωτίσσης ή και Παναγίας της Ελεούσης Κύκκου της Ατταλείας ή και ΤζίκοΠαναγίας, όπως αποκαλείται από τους Ατταλειώτες, σύμφωνα με το κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα και όπως μέχρι σήμερα αναφέρεται από τους απογόνους των Ατταλειωτών προσφύγων.
Κατά την επικρατούσα προφορική παράδοση μεταξύ των Ατταλειωτών προσφύγων, κυρίως της πρώτης γενεάς, η εικόνα της ΤζίκοΠαναγιάς που βρισκόταν στην Αττάλεια της Παμφυλίας ήταν έργο του Ευαγγελιστού και Αποστόλου Λουκά. Σύμφωνα με την έρευνα πολλών και διαφόρων νεότερων επιστημόνων, η πρωτότυπη εικόνα που κατά την παράδοση είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά, είχε μεταφερθεί, κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, μέσω Αιγύπτου στην Αττάλεια.
Σε κείμενο του Ακάκιου Σαββαΐτη (τέλη 12ου – αρχὲς 13ου αιώνος) που δημοσίευσε ο Οδυσσέας Λαμψίδης (βλ. και Μαρίας Χρόνη, Ἱστόρησις τῆς Θεοτόκου στὰ Μικρασιατικὰ παράλια τῆς Μεσογείου, έκδοση Εταιρείας Μεσογειακού Πολιτισμού, Αθήνα, 2014), στὸν μητροπολιτικὸ Ναὸ της Αττάλειας, βρισκόταν η «υπὸ του Ευαγγελιστού Λουκά ιστορηθείσα εικὼν της Θεοτόκου», η οποία έφερε τὴν γραπτὴ επωνυμία «Μήτηρ Θεού η Αιγυπτία».
Ὁ χαρακτηρισμὸς Αιγυπτία θεωρείται ότι οφείλεται στὴν μεταφορὰ της εικόνας απὸ τὸν Απόστολο Βαρνάβα στην Αττάλεια μέσῳ Αιγύπτου. Η σύζυγος του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Α΄, Πλακίλλα (325-375), προσέφερε στην θαυματουργή εικόνα «ιμάτιον πορφυρούν».
Ο επίσκοπος της Αττάλειας το κρέμασε σε περίοπτο σημείο του Μητροπολιτικού Ναού της Αττάλειας και αυτό φυλασσόταν εκεί μέχρι και τον ενδέκατο αιώνα.
Κατά τον Οδυσσέα Λαμψίδη [«Σύνηθες θαύμα» και εν Ατταλεία Παμφυλίας», Θεολογία, τ. 44 (1973) σσ. 678-687], το θαυμαστό αυτό σημείο έπεισε τον σουλτάνο του Ικονίου, επισκεπτόμενος την Αττάλεια και βλέποντας το θαύμα, να απαλλάξει τους κατοίκους από τον κεφαλικό φόρο.
Η θαυματουργή αυτή εικόνα προκειμένου να προστατευθεί από πειρατικές επιδρομές που συνεχώς απειλούσαν και ερήμωναν τις παραλιακές πόλεις της Μεσογείου μεταφέρθηκε για ασφάλεια στην Ιερά Μονή Κύκκου, στην Κύπρο.
Τον δέκατο έβδομο αιώνα η Ιερά Μονή Κύκκου δώρισε αντίγραφο της πρωτοτύπου αυτής Ιεράς Εικόνας στο Μετόχι που είχε στην Αττάλεια, και μέχρι το 1922 φυλασσόταν στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου της Αττάλειας.
Η μεγάλη ευλάβεια και ευσέβεια των Ατταλειωτών προς την Μητέρα του Κυρίου μας και την εικόνα Της αποδεικνύεται και από το περίτεχνο ασημένιο κάλυμμα που την σκεπάζει από τον δέκατο όγδοο αιώνα.
Η εικόνα αυτή της ΤζίκοΠαναγίας επιτελούσε πολλά θαύματα στους επικαλουμένους την μεσιτεία και βοήθειά της, ακόμη και σε αλλοεθνείς.
Ετιμάτο η μνήμη της στις 8 Σεπτεμβρίου, ημέρα του Γενεσίου της Θεοτόκου.
Τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, σε ολονυκτία παραμονής της Κυριακής των Μυροφόρων, στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου Αττάλειας προσευχόμενη παράλυτος γυναίκα θεραπεύθηκε πλήρως και περπάτησε.
Από τότε καθιερώθηκε να εορτάζεται πανηγυρικά η θαυματουργή εικόνα της ΤζικοΠαναγίας την Κυριακή των Μυροφόρων, την δεύτερη Κυριακή μετά το Πάσχα.
Η θαυματουργή εικόνα της ΤζικοΠαναγίας και Ατταλειώτισσας, που φυλάσσεται σήμερα στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου στον Ταύρο Αττικής είναι τύπος της Ελεούσης. Έχει διαστάσεις 75 εκ. επί 55 εκ. Στο κέντρο της Εικόνας απεικονίζεται η Θεοτόκος που κρατά στο δεξί χέρι Της τον Χριστό και έχει το πρόσωπό Της στραμμένο προς τον Υιό Της. Στην δεξιά πλευρά της εικόνας απεικονίζεται η μορφή του Ευαγγελιστού Λουκά, ο οποίος φέρεται στραμμένος προς την Θεοτόκο βαστώντας έναν αγιογραφικό κάλαμο, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ζωγραφίζει την εικόνα. Δεξιά και αριστερά της κεφαλής της Θεοτόκου απεικονίζονται οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ.
Στο επάνω μέρος της εικόνας απεικονίζεται η Αγία Τριάς, σε μορφή Συνθρόνου, περιστοιχιζόμενη από αγγελικά τάγματα. Όλη η εικόνα είναι καλυμμένη με πουκάμισο από ασήμι, σε πολλά σημεία επιχρυσωμένο, ενώ η κεφαλή της Θεοτόκου φέρει βασιλικό στέμμα, σκαλισμένο με πολύτιμους λίθους.
Η επιγραφή στο κάτω μέρος και στο κέντρο αναφέρει: «ΔΕΗΣΗΣ ΤΩΝ ΔΟΥΛΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΩΝ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ 1875 ΜΑΡΤΙΟΥ 20» και η δεύτερη στην κάτω αριστερή πλευρά σε καραμανλίδικη γραφή αναφέρει «ΠΟΥΚΟΝΑΝΙΝ ΟΥΣΤΑΣΙ ΛΟΥΚΑ ΓΙΑΠΝΙ ΙΛΙΟΝ ΚΟΥΛΛΟΥΚΑΡ ΤΙΑΘΗΤΙΛΑΝ» σε μετάφραση ο τεχνίτης της εικόνας είναι ο Λουκάς, επιστήθιος φίλος του Χριστού. Μάρτιος 1879.
Η Εικόνα αυτή ήταν και παραμένει το παλλάδιον των Ατταλειωτών και πάντων των Μικρασιατών προσφύγων, ιδίως των καταγομένων από την νοτιοδυτική πλευρά της Μικράς Ασίας, ήτοι των περιοχών Παμφυλίας και Πισιδίας.
«Πάντων θλιβομένων η χαρά, και αδικουμένων προστάτις και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις και βακτηρία τυφλών ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη και αντίληψις και ορφανών βοηθός», και στην τουρκική έκφραση και γλώσσα των Ατταλειωτών: Παναγιάμ Καντίμ Παναγιάμ!
Με την μικρασιατική καταστροφή και τον αναγκαστικό εκπατρισμό των Ατταλειωτών από την προαιώνια πατρίδα τους, ο τότε ηρωικός εφημέριος της εκκλησίας των Εισοδίων της Θεοτόκου, της Μεγάλης Παναγιάς, της Αττάλειας, ιερεύς Παγκράτιος Τανταλίδης, αδελφός του τότε Μητροπολίτου Πισιδίας Γερασίμου Τανταλίδη, μαζί με τον παιδονόμο των Σχολείων της Αττάλειας Παναγιώτη Χατζηεσμέρη, μέσα στην γενική θλίψη της μεγάλης συμφοράς, νύχτα πήγαν στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου και πήραν την εικόνα και την μετέφεραν στο σπίτι του πατρός Παγκρατίου και την ετύλιξαν μέσα στα λίγα προσωπικά αντικείμενα που επέτρεπαν οι αρχές να πάρει μαζί του.
Σαν άλλος Αινείας προτίμησε να μεταφέρει τον ανεκτίμητο θησαυρό, την εικόνα της Παναγίας. Έπειτα από ένα δύσκολο ταξίδι δεκαπέντε περίπου ημερών, η ιερή εικόνα μαζί με πέντε χιλιάδες ξεριζωμένα γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους άνδρες και εφήβους με το πλοίο της σωτηρίας «Ανδρέας Άνδρου», αποβιβάστηκαν στο λιμάνι του Κατάκολου της Ηλείας και με τιμές τοποθέτησαν την εικόνα και πάλι στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου, Πύργου, της Ηλείας.
Η είδηση της σωτηρίας της εικόνας ότι βρίσκεται στον Πύργο, θεωρήθηκε σαν άλλο ένα μεγάλο θαύμα της ΤζίκοΠαναγιάς και γέμισε με πίστη, ελπίδα και χαρά όλους τους ξεριζωμένους Ατταλειώτες και αυτούς που ήδη είχαν αποβιβαστεί στον Πύργο, αλλά και τις περίπου άλλες πέντε χιλιάδες ψυχές που απεβιβάστηκαν στην Ρόδο και στην Ερμιόνη της Τροιζηνίας.
Μετά την αστική αποκατάστασή τους οι πρόσφυγες πλέον Ατταλειώτες, που εγκαταστάθηκαν στους προσφυγικούς οικισμούς της Πλάκας, του Ασυρμάτου, του Ταύρου, των Πετραλώνων, της Νέας Ιωνίας, της Καισαριανής και του Υμηττού, στα τέλη του 1923 έστειλαν στον Πύργο της Ηλείας επιτροπή αποτελούμενη από επιφανή μέλη της Ατταλειώτικης κοινωνίας, όπως τους: Ευθύμιο Δανιηλίδη, Ευφραίμιο Δανιηλίδη και την δασκάλα της Αττάλειας, Ευφροσύνη Τανταλίδου, ανιψιά του τελευταίου Μητροπολίτη Πισιδίας πριν από την καταστροφή, Γερασίμου Τανταλίδη, η οποία παρέλαβε και μετέφερε στην Αθήνα την εικόνα.
Η περίπυστος εικόνα αρχικά στεγάστηκε στον Ιερό Ναό του αγίου Φιλίππου στο Θησείο και παρέμεινε εκεί μέχρι τον Αύγουστο του 1929.
Λόγω της εγκατάστασης των περισσοτέρων Ατταλειωτών στα τότε ονομαζόμενα Σφαγεία και αργότερα συνοικισμός Ταύρου, όνομα προς ανάμνηση της μεγάλης οροσειράς του Ταύρου που περιβάλλει την Αττάλεια, για να τους θυμίζει την αγαπημένη πατρίδα τους, κατασκευάσθηκε πρόχειρος Ιερός Ναός από ευτελή υλικά λόγω περιορισμένων οικονομικών πόρων και μετέφεραν και ενθρόνισαν εκεί την ιερά εικόνα της Παναγίας στις 25 Αυγούστου 1929.
Πρώτος εφημέριος του Ιερού αυτού Ναού, ο Ατταλειώτης παπά Γιώργης Καπόγλου, πρώην εφημέριος του Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου στην Αττάλεια.
Μετά την λήξη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου ιδρύθηκε η «Ένωσις Ατταλειωτών και Αλλαϊωτών», η οποία ανέλαβε την ανέγερση νέου περικαλλούς Ιερού Ναού. Στην ιδιαίτερα αυτή δαπανηρή και μεγάλη προσπάθεια, τέθηκε επικεφαλής της ερανικής επιτροπής ο αοίδιμος Μητροπολίτης Πατάρων Μελέτιος.
Με καταγωγή από την Σπάρτη της Πισιδίας, η μεγάλη αυτή φυσιογνωμία του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ο λευκανθής επί των επάλξεων, ο άγιος των Πισιδών και άλλοτε βοηθός Επίσκοπος του Μητροπολίτη Πισιδίας στην Αττάλεια και διευθυντής και καθηγητής των Σχολείων της Αττάλειας, βοήθησε τα μέγιστα στον στόχο της ανέγερσης του Ιερού Ναού.
Ο Ατταλειώτης βιομήχανος Μιχαήλ Πεχλιβανίδης χρηματοδότησε την αρχιτεκτονική μελέτη και με την βοήθεια του ιερέως Σταύρου Εφραιμίδη και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, Στρατή Τουστσόγλου, Γεώργιου Χατζηνικολάου, Νίκου Παπάζογλου, Σίμωνος Ησαϊα, Ανδρέα Κεχαγιά και άλλων πολλών Ατταλειωτών, ακόμη και εγκατεστημένων στο εξωτερικό, στήριξαν με όλους τους τρόπους την μεγάλη αυτή προσπάθεια και ο Ιερός Ναός θεμελιώθηκε το 1967 και εκεί βρίσκεται σήμερα αποθησαυρισμένη η Ιερή και θαυματουργή εικόνα της ΤζίκοΠαναγιάς, της Παναγίας Ατταλειώτισσας που μέχρι τις ημέρες μας θαυματουργεί των εν πίστει προσιόντων τη σκέπη Της.
Στέφανος Τσερπάνης
Μέλος ΔΕΠ
Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Σχολή Διοικητικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών
Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
– Ακάκιος Σαββαϊτης, «Σύνηθες θαύμα», έκδ. Όδ. Λαμψίδης, και εν
Ατταλεία Παμφυλίας, στο Θεολογία, τ. 44 (1973), σσ. 678-687.
– Α. Καζαντζόγλου, Ο άγιος των Πισιδών: Πατάρων Μελέτιος, Αθήνα
1997.
– Β. Βογιατζόγλου, Η Πισιδία της Μικράς Ασίας. Η διαδρομή του
Ελληνισμού της από τους προϊστορικούς χρόνους έως την μικρασιατική
καταστροφή. Αθήνα 1978.
– Ε. Γαλάνης, Η Πέργη της Παμφυλίας: συμβολή στην πολιτική και
εκκλησιαστική ιστορία της αρχαίας πόλεως, Θεσσαλονίκη 1983.
– Μ. Ι. Γεδεών, «Αποσημείωμα περί των Αρχιερέων Πισιδείας»,
Εκκλησιαστική Αλήθεια 10 (1890) 40-46.
– Μ. Ι. Γεδεών, Εξαρχίαι Πατριαρχικαί προ 180 ετών, Εκκλησιαστική
Αλήθεια 32 (1912) 60-68
– Κ. Κοκκινόφτας, Σχέσεις Μικράς Ασίας & Μονής Κύκκου, Ενατενίσεις
Τ13, στο http//www.diakonima.gr/2012/09/24.
– Κ. Κοκκινόφτας, Σεραφείμ Πισσίδειος, Πρωτοσύγκελλος της Μονής
Κύκκου και φωτιστής των Καραμανλήδων, Ενατενίσεις 2 (2007) 26-27 [= «Ο
Μητροπολίτης Αγκύρας Σεραφείμ Πισσείδιος», στον τόμο: Η Μονή Κύκκου
στο Αρχείο της Αρχιεπισκοπής Κύπρου (1634-1878), Κέντρο Μελετών Ιεράς
Μονής Κύκκου, Λευκωσία 2011, σ. 131-143, 401-414, με επιπρόσθετα
στοιχεία].
– Γ. Πεχλιβανίδης, Αττάλεια και Ατταλειώτες, έκδ. Ατλαντίς, Αθήνα 1989.
– Μαρία Χρόνη – Βακαλοπούλου, Ιστόρησις της Θεοτόκου στα
Μικρασιατικά Παράλια της Μεσογείου, έκδ. Εταιρείας Μεσογειακού
Πολιτισμού Αθήνα 2014.
– Ν. Παπάζογλου, Αττάλεια, Αθήνα 1979.
– Ιωαννίκης Δ. Πυρομάλη, Καταγραφή και Ανάδειξη της διατήρησης του
Πολιτισμού και της Παράδοσης των μικρασιατών προσφύγων από την
Αττάλεια στην περιοχή των Άνω Πετραλώνων της Αθήνας, Διπλωματική
εργασία, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικιακής Οικονομίας &
Οικολογίας, ΠΜΣ: Εκπαίδευση και Πολιτισμός, Γ’ Κατεύθυνση: «Αγωγη &
Πολιτισμός», Αθήνα 2012.
– Παύλος Β. Ραμπαούνης, Αλάϊα, γύρω από την θρησκευτική ζωή του
τόπου, μάθημα: Προπτυχιακή εργασία στο μάθημα Εισαγωγή στη
Λαογραφία, ΕΚΠΑ, Φιλοσοφική Σχολή, τμήμα Φιλολογίας, Αθήνα 2018.
– Σεραφείμ εκ Πισιδίας, Μητροπολίτης Αγκύρας, Περί της Μονής του
Κύκκου, Βενετία 1807.
– Σωτήριος Τράμπας, Μητροπολίτης Πισιδίας, Αγιοτόκος Πισιδία, Σεούλ
2009.
– Σωτήριος Τράμπας, Μητροπολίτης Πισιδίας, Αστέρες Φωταυγείς
Πέργης- Σίδης- Ατταλείας της Μικρασίας, Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας,
Εξαρχία Σίδης και Ατταλείας 2010.
– Σωτήριος Τράμπας, Μητροπολίτης Πισιδίας, Αθλητές Στεφανηφόροι
της Μικρασίας, Θεσσαλονίκη 2010.
– Σωτήριος Τράμπας, Μητροπολίτης Πισιδίας, Αττάλεια. Η αρχόντισσα
της Μεσογείου, Αθήνα 2014.
– Α. Φλωράκης, Παναγία Ατταλειώτισσα Γαλήνης Νάξου, Αθήνα 2016.
– Π.Π. Χατζηπέτρου, Ιστορία της Αττάλειας της Μικράς Ασίας από της
κτίσεως αυτής μέχρι του 1922, Αθήνα 1969.