HomeTo ΚοινόνΣεργιάνι στην ΠόληΗ οδός Kumbaraci των αναμνήσεων

Η οδός Kumbaraci των αναμνήσεων

Η οδός Kumbaraci των αναμνήσεων

 

 

Ένα από τα ομορφότερα απογεύματα και μία από τις πιο ωραίες βόλτες της ζωής μου ήταν αυτή στην Κωνσταντινούπολη, στον δρόμο που γεννήθηκε η γιαγιά μου. 

 

Πολλές φορές ο άνθρωπος, όταν φεύγουν όλοι αυτοί που εκπροσωπούσαν τον κόσμο της παιδικής του ηλικίας, ο οποίος ήταν ένας κόσμος αγνότερος, πιο ήρεμος, τότε καταλαβαίνει τον “απροβλημάτιστο Παράδεισο” που δυστυχώς έχασε και στις δυσκολίες του νοητικά επιστρέφει εκεί. Πρόσφατα ο αποκλεισμός μας λόγω της παγκόσμιας πανδημίας, έδωσε τέτοιες αφορμές επιστροφής. Μιας που είχαμε πάρα πολύ καιρό να σκεφτούμε και δεν μπορούσαμε να πάμε όπου θέλαμε, ήταν ευκαιρία να κάνουμε κάποια ταξίδια στον εσωτερικό μας κόσμο. Έτσι και εγώ την πρώτη φορά που ήρθα στην Κωνσταντινούπολη εν μέσω πανδημίας, ταξίδεψα στο παρελθόν και ανέσυρα τις μνήμες για την γιαγιά μου.

 

Οδός Kumbaraci

Η γιαγιά μου, η Βάγια Ευαγγέλου, έφυγε από την ζωή δύο χρόνια πριν απ’ το πρώτο μου ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη. Δυστυχώς δεν έζησε για να της πω τα νέα, πως  ήταν ο δρόμος της, η γειτονιά της… Ευτυχώς πολλές φορές στη ζωή μου, ενστικτωδώς κατάλαβα πόσο σημαντικά ήταν κάποια πράγματα και τα κατέγραψα. Έτσι κι εκείνο το απόγευμα που είχε αρχίσει να μου διηγείται τη ζωή της, πήρα μολύβι και χαρτί και άρχισα να γράφω πάρα πολύ γρήγορα να προλάβω τις εικόνες με τα έντονα χρώματα, που ξεπηδούσαν σαν ανεμοστρόβιλος που μπήκε στο δωμάτιο από μια χαραμάδα και τα σήκωσε όλα.

Το χέρι μου έτρεχε συνέχεια για να προλάβει τη μαντάμ Νόβακ με το αυστηρό χτένισμα, που τους έκανε ιδιαίτερα Γαλλικά, το δίπατο σπίτι με τα περσικά χαλιά, στην οδό Kumbaraci όπου ζούσαν αρμονικά άνθρωποι διαφορετικών θρησκειών και εθνικοτήτων, έναν πατέρα που γυρνούσε από το κουρείο της οδού του Πέρα, τη μεγάλη κουζίνα με τα φαγητά όπου διαδραματίζονταν τα πάντα, χαρές, δράματα, σημαντικές αποφάσεις…

 

Όλες αυτές οι εικόνες και οι ήχοι έπαιρναν σχήματα, όταν εκείνη την ημέρα περπατούσα στην Istiklal και προσπαθούσα, με πολύ μεγάλη αγωνία, να βρω την οδό Kumbaraci. Να δω με τα μάτια της μνήμης και να εισπνεύσω όσο περισσότερο μπορούσα από αυτούς τους ανθρώπους και τη γλυκιά μου συνονόματη, να ακούσω ξανά στα αυτιά μου τα παιδικά της γέλια, τους ήχους από τα παπούτσια που περπατούσε με το λεπτοκαμωμένο της κορμάκι, το οποίο διατήρησε μέχρι τα γεράματα, με τα καπελάκια της, με αυτή τη βαθιά ηρεμία και αποδοχή της ζωής…

Όλα αυτά σκεφτόμουν, ώσπου μου έδειξαν την οδό. Λοιπόν, δεν σας λέω τίποτα γι’ αυτό τον περίπατο, μπορεί να ήταν και ο ωραιότερος της ζωής μου! 

 

Ένας μακρύς, κατηφορικός και πολύ στενός δρόμος ανοίχτηκε μπροστά μου. Ξεκινά απ’ το Πέρα, από μία κάθετο της Μεγάλης Οδού και βγάζει στο Γαλατά. Με το ζόρι χωρούν ένα αυτοκίνητο κι ένας πεζός. Καθώς τον κατεβαίνεις λοιπόν, βλέπεις όλα τα παλαιά σπίτια, τα περισσότερα αναπαλαιωμένα. Κατηφορίζοντας συναντάς ένα στέκι για πιο «εναλλακτικούς» τύπους, που διαθέτει μεταχειρισμένα ρούχα vintage, πιο κάτω ένα μαγαζί – εστιατόριο για vegan, επίσης έχει δύο πολύ ωραία καφέ, ένα Γερμανικό, κι ένα τύπου Γαλλικού, με ωραία διακόσμηση. Δίπλα ακριβώς βρίσκεται ένα από τα πιο καλά θέατρα της Πόλης, που παίζει κλασσικό ρεπερτόριο. Είναι σ’ ένα διώροφο παλιό κτίριο, και οι ηθοποιοί που κάνουν πρόβες βγαίνουν έξω με τις φόρμες τους στα διαλείμματα για να καπνίσουν. Συνεχίζοντας, συναντάς κάποια αργυροχρυσοχοΐα που όταν περνάς απέξω σε χαιρετάνε οι τεχνίτες μέσα, καθώς βλέπεις να σχεδιάζουν ένα κόσμημα.

Όπως προχωράς ακόμα πιο κάτω στην κατηφόρα έχει ένα μαγαζί που είναι εργαστήριο σοκολάτας. Σου φτιάχνουν τη σοκολάτα που παραγγέλνεις από την προηγούμενη μέρα, και δε σας λέω τίποτα για τις μυρωδιές που αναδύονται απ’ το εργαστήριο! Μας κέρασε και καφέ, το νιόπαντρο ζευγάρι που το έχει. Ο κόσμος είναι πολύ φιλικός και φιλόξενος, αυτός ο δρόμος έχει κρατήσει το στοιχείο της γειτονιάς. 

 

Ρώτησα σε πολλούς για το σπίτι που μπορεί να έχει γεννηθεί η γιαγιά μου. Μου είπαν ότι πάρα πολλοί Ρωμιοί έμεναν προς το δεύτερο μισό της κατηφόρας του δρόμου, αλλά δεν ήξεραν λεπτομέρειες. Είδα ένα ένα τα σπίτια. Υπάρχουν, δυο-τρία κτίρια τα οποία είναι εγκαταλελειμμένα και έχουν μάλιστα ακόμα Ελληνικές επιγραφές. Τα περισσότερα έχουν μία αισθητική που σου θυμίζει παλιές εποχές με τις ξύλινες σκάλες τους εσωτερικά, τις μεγάλες εισόδους με τα χαλιά, τα παράθυρα που προεξέχουν στο δρόμο… Εδώ ήταν το σπίτι του γνωστού ιατρού και ιστοριοδίφη Ακύλα Μήλλα και άλλων σπουδαίων προσωπικοτήτων της Ρωμαίκης κοινότητας που έζησαν στην Πόλη.

Δεν έβρισκα τίποτα συγκεκριμένο για την έρευνά μου, αλλά συγχρόνως έβρισκα πολλά. Όπου και να έστρεφα τα μάτια μου, ήταν ένας κόσμος της γειτονιάς μαζί με καλλιτέχνες, με “εναλλακτικούς” τύπους που αγοράζουν μεταχειρισμένα ρούχα. Είχε μια ατμόσφαιρα εντυπωσιακή, παρά το γεγονός ότι στριμωχνόσουν για να περάσεις μαζί με τα αμάξια! 

 

Μετά από την πρώτη επίσκεψη, κάθε φορά στα γενέθλια της γιαγιάς πάω εκεί, σαν φόρο τιμής.

 

Ακόμα και τώρα στύβω το μυαλό μου, προσπαθώντας να θυμηθώ έστω μια λεπτομέρεια που θα μπορούσε να μου αποκαλύψει ποιο από όλα τα σπίτια ήταν το δικό της. Αχ, και να μπορούσαν να μιλήσουν αυτά τα σπίτια! Αχ, και να μπορούσαν να μαρτυρήσουν. Να ήμασταν κι εμείς ένα τουβλάκι, ένα μικρό ξυλαράκι σε αυτές τις ξύλινες σκάλες, να ακούγαμε τις συζητήσεις των Ελλήνων κατοίκων τους παλιούς καλούς καιρούς, τις καθημερινές κουβέντες, τα ψώνια τους από την αγορά, τις εκμυστηρεύσεις, τους έρωτες τους…

Αλλά ακόμα και έτσι, έχω να σας πω ότι η ουσία των πραγμάτων δεν αλλάζει. Ίσως τελικά οι τόποι δεν ανήκουν σε κανέναν παρά μόνο στις αναμνήσεις τους.

 

 

Δάφνη Ζαχαριάδου

Θεατρολόγος, Καθηγήτρια ξένων γλωσσών

26 Ιουλίου 2022 

Στα κτίρια διακρίνονται οι πινακίδες των Ρωμηών αρχιτεκτόνων τους

 


Αρχική

 

Κοινοποίηση με:
Βαθμολογία άρθρου

anatoli-@otenet.gr

Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο


The reCAPTCHA verification period has expired. Please reload the page.